Η παντρεμένη Αλβανίδα
Παντρεύτηκα στην Αλβανία έναν Αλβανό και ήμουν μόλις 18 χρονών. Είμαι δηλαδή 6 χρόνια παντρεμένη με αυτόν και ήρθαμε στην Ελλάδα πριν από πέντε χρόνια. Πιάσαμε μαζί δουλειά σε ένα σουβλατζίδικο. Το σουβλατζίδικο το είχε ένα ζευγάρι, αυτός 45 και η γυναίκα του (μια χοντρή) στα 35.
Στην αρχή όλα ήταν κανονικά, αν και από την πρώτη μέρα που πιάσαμε εγώ και ο άντρας μου δουλειά εκεί, παρατήρησα ότι το αφεντικό δεν έκανε τίποτα άλλο από το να κοιτάει τα πόδια μου και το στήθος μου. Μπορεί να μην έχω μεγάλο στήθος όπως η γυναίκα του, αλλά φαίνετε ότι εκείνος ήθελε μάλλον να γαμήσει μια αδύνατη γκόμενα όπως ήμουν εγώ.
Μετά από δύο σχεδόν χρόνια που δούλευα εκεί μαζί με τον άντρα μου το αφεντικό είχε αρχίσει να γίνετε όλο και πιο τολμηρό απέναντι μου. Μάλιστα όταν πολλές φορές δεν ερχόταν η χοντρή στο μαγαζί και όταν ο άντρας μου τύχαινε να σερβίρει έξω, εκείνος όλο και μου πέταγε σπόντες. Πότε για τα μακριά καστανά μου μαλλιά, πότε για τις κοντές φούστες που φορούσα και άλλα πολλά.
Μια μέρα λοιπόν που η γυναίκα του (Σάββατο ήταν και συνήθως τα Σάββατα δεν είχαμε πολύ δουλειά αφού το μαγαζί εκείνο τον καιρό δεν είχε delivery), δεν ήρθε στο μαγαζί και ο άντρας μου είχε φύγει για Αλβανία (είχε μπει στο νοσοκομείο ο πατέρας του), μείναμε λοιπόν μόνοι μας στο μαγαζί εγώ και εκείνος. Έκανε πολύ κρύο και έβρεχε, από πελάτες ένας το πολύ δύο κάθε μια ώρα.
Έτσι καθόμαστε κοντά στην σόμπα υγραερίου ο ένας δίπλα στον άλλον και μιλούσαμε. Κατά τις δέκα και μισή το βράδυ, εκείνος μου είπε.